Η τροποποίηση του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα για το αδίκηµα του βιασµού προκάλεσε και την αντίδραση της ∆ιεθνούς Αµνηστίας
Ανοιχτός σε αλλαγές στο άρθρο 336 του Ποινικού Κώδικα για το έγκληµα του βιασµού φαίνεται ότι είναι ο υπουργός ∆ικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, ο οποίος έπειτα από τις αντιδράσεις φορέων και τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε χθες το πρωί στη Βουλή ότι «θα το λύσουµε το ζήτηµα», όµως σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να υιοθετηθεί µια διατύπωση που θα ικανοποιεί το «κοινό αίσθηµα», αλλά θα είναι «ανεφάρµοστη». Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μαρία Θελερίτη ζήτησε «ξεκάθαρο» ορισµό ότι ο βιασµός ορίζεται από την απουσία συναίνεσης του θύµατος, ενώ διεύρυνση του ορισµού του βιασµού ζήτησε και η Αννέτα Καββαδία.
Η τροποποίηση του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα για το αδίκηµα του βιασµού προκάλεσε και την αντίδραση της ∆ιεθνούς Αµνηστίας, η οποία εξέδωσε σκληρή ανακοίνωση χαρακτηρίζοντας «απαράδεκτη» τη νέα διάταξη, αφού υπάρχει διαβάθµιση του εγκλήµατος µε κάποιες περιπτώσεις να τιµωρούνται ως πληµµελήµατα. Στην ανακοίνωση επισηµαίνεται ότι ο µοναδικός ορισµός του βιασµού που µπορεί να γίνει αποδεκτός είναι αυτός που θα συνδέεται µε την απουσία συναίνεσης, καλώντας το υπουργείο ∆ικαιοσύνης να αποσύρει το σχετικό άρθρο. «Ο νέος ορισµός στο σχέδιο του νέου Ποινικού Κώδικα δυσχεραίνει ακόµα περισσότερο την πρόσβαση στη ∆ικαιοσύνη για το σοβαρό αυτό έγκληµα. Κύριο ζήτηµα αποτελεί το γεγονός ότι ο βιασµός εξακολουθεί να ορίζεται µε βάση τη βία και όχι µε βάση την απουσία συναίνεσης» αναφέρεται στην ανακοίνωση της ∆ιεθνούς Αµνηστίας.
Επισηµάνσεις
Στο µεταξύ, το υπουργείο ∆ικαιοσύνης έκανε ορισµένες επισηµάνσεις σχετικά µε την τροποποίηση του άρθρου, υπογραµµίζοντας ότι τιµωρούνται ως κακουργήµατα µε ποινή κάθειρξης από 5 έως 15 έτη οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ασκείται σωµατική βία κατά του θύµατος – ως τέτοια λογίζεται και η περιαγωγή του θύµατος σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση µε υπνωτικά ή ναρκωτικά ή άλλα ανάλογα µέσα.
Με κάθειρξη τιµωρείται και η περίπτωση άσκησης ψυχολογικής βίας κατά του θύµατος µέσω της έκφρασης απειλής σοβαρού και άµεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωµατική ακεραιότητά του, αλλά και η περίπτωση κατά την οποία το θύµα «παγώνει» όταν αντιµετωπίζει τον δράστη του εγκλήµατος εξαιτίας παροδικής εξ αυτού του λόγου ανικανότητάς του να αντισταθεί. Ωστόσο, η διαφοροποίηση έρχεται όταν στο θύµα «ασκείται ψυχολογική βία χαµηλότερης έντασης, όταν δηλαδή απειλείται µε άλλη παράνοµη πράξη ή παράλειψη και εξαναγκάζεται έτσι σε γενετήσια πράξη µε τον δράστη. Τότε επιβάλλεται ποινή από 3 έως 5 έτη».
Όπως εξηγεί το υπουργείο, «µέχρι σήµερα η απειλή οποιασδήποτε παράνοµης πράξης δεν περιγράφεται στο έγκληµα ως το αποκλειστικό στοιχείο που πρέπει να αναζητείται για την επιβολή τιµωρίας στον δράστη, µε αποτέλεσµα η νοµολογία περιπτωσιολογικά να αναζητά όχι οποιαδήποτε απειλή, αλλά επιπρόσθετα το στοιχείο του να είναι ‘‘άµεση'' και ‘‘σπουδαία'', καθώς και το στοιχείο του να στρέφεται κατά ‘‘ουσιώδους δικαιώµατος'' του δράστη, περιορίζοντας έτσι το πεδίο εφαρµογής του εγκλήµατος».
Με το σχέδιο του νέου Ποινικού Κώδικα δεν απαιτείται πλέον η αναζήτηση τόσων αξιολογικών και δυσαπόδεικτων στοιχείων, αλλά αρκεί µόνη η απειλή παράνοµης πράξης για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήµατος. Μάλιστα επισηµαίνονται η αυστηριοποίηση και η γενίκευση του πλαισίου ποινής σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποιος υποχρεώνεται σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, µε κατάχρηση σχέσης εργασιακής εξάρτησης οποιασδήποτε φύσης.
Πλέον ο νόµος θα επιφυλάσσει ποινή από 2 έως 5 έτη και χρηµατική ποινή, αντί του 1 έως 5 ετών, ενώ θα αφορά κάθε εργασιακό χώρο και µόνο τις περιπτώσεις εξαναγκασµού από δηµόσιο υπάλληλο προσώπου που εξαρτάται από αυτόν υπηρεσιακά, όπως ισχύει µέχρι σήµερα. Σε κάθε περίπτωση, το υπουργείο ∆ικαιοσύνης υπογραµµίζει ότι µε το νέο σύστηµα ποινών οι επιβαλλόµενες άνω των 3 ετών ποινές είναι σε κάθε περίπτωση εκτιτέες, ενώ µε το ισχύον καθεστώς στις περιπτώσεις αυτές µπορούσε να χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή µετατροπή της σε χρηµατική
Τα παράλογα του 68χρονου Ποινικού Κώδικα
Εξήντα οκτώ έτη µετρά ο Ποινικός Κώδικας της χώρας, ο οποίος προϊόντος του χρόνου έχει γίνει… αγνώριστος από τις εκατοντάδες τροποποιήσεις. Στον νέο Ποινικό Κώδικα εύκολα διαπιστώνει κάποιος εκατοντάδες άρθρα τα οποία καταργούνται ή έχουν καταργηθεί και παραπέµπουν σε άλλες εποχές ή δεν βρίσκουν πεδίο εφαρµογής στο σήµερα. Ωστόσο, για πρακτικούς λόγους, που απαιτούν η αρίθµηση των άρθρων να µείνει σταθερή, θα εξακολουθούµε να τα βλέπουµε ως καταργηµένα εντός του νέου Κώδικα.
«Ο δικαστής ήτανε γκάνγκστερ» φώναζε ο Ανδρέας Μπάρκουλης στην Τζένη Καρέζη στην ελληνική ταινία «Τζένη – Τζένη», αλλά το άρθρο 355 του ΠΚ «απάτη σχετική µε γάµο» καταργείται ως παρωχηµένο, µε το σκεπτικό ότι, ακόµη και αν κατ' εξαίρεση στη σηµερινή εποχή πραγµατωνόταν αυτή η πράξη, η απαξία της συµπεριφοράς µπορεί να αντιµετωπιστεί µε τις διατάξεις του αστικού δικαίου. Πρόβληµα θα αντιµετώπιζε και η Μάρω Κοντού στην ταινία «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», καθώς δεν θα µπορούσε να καταθέσει µήνυση για εξύβριση κατά της σπιτονοικοκυράς που την είπε «παστρικιά», αφού το αδίκηµα είναι πταίσµα και όλα τα πταίσµατα καταργούνται.
Προς κατάργηση είναι και το «έγκληµα απατηλής επίτευξης συνουσίας» (341 ΠΚ), το οποίο είχε διαµορφωθεί στο πλαίσιο των κοινωνικών αναγκών του 19ου αιώνα, όταν οι σύζυγοι γνωρίζονταν ελάχιστα και οι άνδρες έλειπαν για µεγάλα χρονικά διαστήµατα, ώστε να δικαιολογείται η πιθανότητα πλάνης της συζύγου και η µέσω αυτής απατηλή επίτευξη συνουσίας. Μπορεί η κατάργηση της δουλείας να µετρά πολλές δεκαετίες, όµως ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας περιέχει αδίκηµα για το «εµπόριο δούλων»! Μάλιστα, το άρθρο 323, το οποίο τιµωρούσε µε κάθειρξη όποιον ενεργούσε εµπόριο δούλων, καταργείται στη χώρα µας το 2019, αφού υπάρχει η διάταξη για εµπορία ανθρώπων. Σε άλλη εποχή αναφέρεται και το έγκληµα της κιβδηλείας, δηλαδή η κοπή, το τρύπηµα, το ρίνισµα ή η µε άλλον τρόπο ελάττωση της εσωτερικής αξίας του µεταλλικού νοµίσµατος, µε σκοπό να τεθεί σε κυκλοφορία σαν να είχε πλήρη την εσωτερική του αξία, και κατά συνέπεια καταργείται.
Δίωξη λόγω…ανεργίας
«Πλήρωσε µε δίωξη την ανεργία του» έγραφε ο αθηναϊκός ηµερήσιος Τύπος τον Νοέµβριο του 1985, όταν ο εισαγγελέας άσκησε δίωξη σε νεαρό ο οποίος συνελήφθη στον περίβολο νοσοκοµείου να περιφέρεται άσκοπα, να ζητά µικροποσά και να κοιµάται στα παγκάκια. Το αδίκηµα το οποίο αντιµετώπισε ήταν αυτό της «αλητείας» (408 ΠΚ), που τιµωρούσε τη στέρηση των βασικών µέσων συντήρησης ενός ανθρώπου εξαιτίας της ροπής του στην άτακτη ζωή ή της φυγοπονίας του. Το συγκεκριµένο άρθρο καταργήθηκε το 1994, ενώ µε τον σηµερινό Κώδικα προτείνεται η κατάργησή και της «επαιτείας» (407 ΠΚ), αλλά και της «παραµέλησης αποτροπής» από τα δύο αυτά αδικήµατα (409 ΠΚ), που µέχρι σήµερα τιµωρούνται µε φυλάκιση έως έξι µηνών.
Σε µια διαγώνια ανάγνωση των άρθρων του Ποινικού Κώδικα το µάτι σταµατά συχνά σε άρθρα που φέρουν τη σηµείωση «καταργήθηκε». Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί ο χρόνος κατάργησης, αφού µόλις το 2010 καταργήθηκε το άρθρο 316 του ΠΚ, το οποίο περιγράφει το αδίκηµα της «πρόκλησης σε µονοµαχία», όταν η τελευταία φέρεται να έλαβε χώρα στην Ελλάδα το 1904, οπότε ο υπουργός Σπυρίδων Στάης κάλεσε σε µονοµαχία τον βουλευτή Τρικάλων Κωνσταντίνο Χατζηπέτρο, έπειτα από φραστική επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον του στη Βουλή.
Το ρουσφέτι, ο… παπάς και η βλασφηµία
Ανάµεσα στα «διαµάντια» του Ποινικού Κώδικα βρίσκεται το άκρως επίκαιρο εκλογικό «ρουσφέτι» του άρθρου 165 ΠΚ, το οποίο αφορά στο αδίκηµα της «δωροδοκίας κατά τις εκλογές». Μάλιστα, επιχειρείται διεύρυνση του αξιόποινου, αφού τιµωρείται η προσφορά δώρων στον εκλογέα και η αποδοχή τους από αυτόν, αλλά και πράξεις που απευθύνονται σε αόριστο αριθµό εκλογέων. Ειδικότερα, πλέον θα τιµωρείται όποιος «από την προκήρυξη κάποιας από τις εκλογές ή τα δηµοψηφίσµατα και έως το τέλος της ψηφοφορίας υπόσχεται ή κάνει δωρεά για φιλανθρωπικό σκοπό ή για την εκτέλεση έργου σε φιλανθρωπική περιφέρεια, δήµο, εκκλησία, ως αντάλλαγµα για να υπερψηφιστεί, καταψηφιστεί ή προτιµηθεί συγκεκριµένος υποψήφιος».
Γνωρίζατε ότι, αν ντυθείτε αστυνοµικός ή παπάς, θα µπορούσατε να καταδικαστείτε σε φυλάκιση µέχρι έξι µηνών ή χρηµατική ποινή; Πλέον το άρθρο 176 ΠΚ, το οποίο προέβλεπε ότι «όποιος δηµόσια και χωρίς δικαίωµα φορεί στολή ή άλλο διακριτικό σηµείο δηµοσίου, δηµοτικού, κοινοτικού ή θρησκευτικού λειτουργού ή παράσηµο ή τίτλο που δεν δικαιούται να φέρει νόµιµα τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι έξι µηνών ή µε χρηµατική ποινή», καταργείται, αφού «µόνη η πράξη του φέρειν στολή ή διακριτικό ή παράσηµο δεν περιέχει άδικο ώστε να τιµωρείται ποινικά». Παράλληλα, µε την κατάργηση των 198-199 του ΠΚ θα µπορείτε πλέον να βρίζετε ελεύθερα, αφού η κακόβουλη βλασφηµία και η καθύβριση θρησκευµάτων», σύµφωνα µε την αιτιολογική έκθεση, «δεν προσβάλλουν κανένα υπαρκτό κοινωνικό µέγεθος και δεν συνιστούν αξιόποινες πράξεις. Aντίθετα, µέχρι σήµερα ο «δράστης» απειλούνταν µε φυλάκιση έως δύο ετών ή χρηµατική ποινή σε κάποιες περιπτώσεις.
ethnos